English text below
Η μουσική των χειρονομιών
Όταν ξεκίνησα να ακούω μουσική για σακουχάτσι το 2016 και να την μελετάω με την τρομπέτα, δεν περίμενα ούτε στιγμή σοβαρά ότι μετά από τρία χρόνια θα ξεκινούσα να το μαθαίνω και ότι αυτό, σύντομα μάλιστα, θα με απορροφούσε για κάποιες ώρες καθημερινά. Με την άφιξη του κορονοϊού αυτό έγινε πραγματικότητα.
Bρήκα μία δραστηριότητα η οποία μέσα στον ελεύθερο χρόνο της απομόνωσης κατάλαβα ότι μου ταιριάζει «γάντι». Έχοντας από τη φύση μου μια γενική δυσκολία να συγκεντρωθώ και να αφοσιωθώ σε ένα μόνο πράγμα, βάζοντας το σακουχάτσι στα χείλη μου και συγκεντρωμένος στην αναπνοή μου ακολουθώντας την καλλιγραφία της παραδοσιακής ιαπωνικής παρτιτούρας για κάποιες ώρες, βρήκα μια αίσθηση ποιοτικής και ποσοτικής πληρότητας στο βαθμό της συγκέντρωσης, ενώ έπειτα από αυτό άρχιζε να με διακατέχει μια αίσθηση ευφορίας και βαθιάς ικανοποίησης.
Η όλη διαδικασία είναι σαν ακολουθείται ένα πολύ ήπιο τελετουργικό, η επανάληψη του οποίου ενισχύει με το χρόνο την αίσθηση ότι πρόκειται για μια άνετη, χαλαρή και ζεστή διαδικασία -αυτό που λέμε «cozy»-, ακόμη και αν μπορεί πολλές φορές να απαιτεί μεγάλη προσπάθεια έστω και η απλοϊκότερη δυνατή ερμηνεία μιας βιρτουόζικης φράσης.
Ξεκινά κανείς με τις νότες του ζεστάματος στις δύο οκτάβες του οργάνου (Ro-Re-Ri-Ro-Re-Hi-Go no hi και πίσω) με την συνήθη τους «αποτζιατούρα»/νότα προέλευσης. Αυτό δίνει άμεσα μια πρώτη γεύση της αίσθησης που έχει κανείς τη συγκεκριμένη μέρα για την τοποθέτηση του οργάνου στα χείλη και στα χέρια, καθώς επίσης σε συνάρτηση με αυτά και την αίσθηση της αναπνοής και του τρόπου φυσήματος.
Ακολουθεί το παίξιμο του κομματιού. Κατα τη διάρκεια του παιξίματος, ο δυτικός αρχάριος νους μου βυθίζεται σε δύο προκλήσεις, οι οποίες παραμένουν κάθε φορά προκλητικές: η συγκέντρωση στην αναπνοή και η συγκέντρωση στην παρτιτούρα.
Η συγκέντρωση στην αναπνοή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις φράσεις. Μέχρι στιγμής, τα πιο ευχάριστα παιξίματα τα βίωσα στην προσπάθεια να μην νοιαστώ για την μουσικότητα του κομματιού, αλλά να αφοσιωθώ σε μεγάλες, βαθιές εισπνοές και όσο γίνεται πιο αργές και αβίαστες εκπνοές. Αυτό, όταν το πετυχαίνω, μου δίνει τη δυνατότητα να μην θυσιάζω υπερβολικό αέρα στο βωμό του να ακουστεί μια φράση τόσο περίτεχνη όσο τη γνωρίζω, ή όσο τη φαντάζομαι, ή όσο περίτεχνα μπόρεσα και κατάφερα μια φορά να την παίξω. Αντίθετα, αυτό που απολαμβάνω περισσότερο όσο επιτυγχάνω αυτού του βαθμού τη συγκέντρωση στην αναπνοή, είναι μικρές θαυμάσιες ακροβασίες στις φράσεις, ακριβώς όπως, όταν ο ακροβάτης παίρνει το χρόνο του να προετοιμαστεί για μια κίνηση πάνω στο σκοινί, έτσι και εγώ ακούω την ίδια την αναμονή, την ήσυχη προετοιμασία και την εύθραυστη ισορροπία ενός ποικίλματος με την αίσθηση του μετέωρου πάνω στην «αχτίδα» αέρα που με συνδέει με το όργανο και έπειτα με τον ήχο.
Από την άλλη μεριά, η συγκέντρωση στην παρτιτούρα. Η παραδοσιακή γραφική αναπαράσταση αυτής της μουσικής και η παρατήρησή της κατά τη διάρκεια της ερμηνείας της φαντάζει στο νου μου σαν ένα σύνολο χειρονομιών των δαχτύλων και του προσώπου. Η ευθραυστότητα του τόνου στο σακουχάτσι (σε άρρηκτη σχέση με τη δυσκολία παραγωγής ήχου) γίνεται με τον καιρό εργαλείο συγκέντρωσης, όπου τα χέρια, τα δάχτυλα, τα χείλη, το πηγούνι και ο κορμός μπαίνουν στην υπηρεσία της ακροβασίας: ακόμη και η πίεση των δαχτύλων στις τρύπες του οργάνου, αν είναι λανθασμένη, θα σε προδώσει, εκτός εαν ο σαμουράι μέσα σου αδράξει την ευκαιρία να κρατήσει τον ακροβάτη αλώβητο πάνω στο σκοινί και να συνεχίσει ατάραχος μέχρι τον τελευταίο ήχο. Ακόμη, η δομή του κομματιού και των φράσεων, με τις παραλαγές τους και την επαναληψιμότητά τους, ενισχύει την αυστηρή συγκέντρωση στη στιγμή και δεν ενδιαφέρει πολύ το πότε αυτή η ακροβασία θα φτάσει στο τέλος της.
Αφήνω έξω από αυτήν την αυτοπαρατήρηση την ιδιαίτερη θέση που κατέχει σε αυτό το τελετουργικό ο παραδοσιακός τρόπος καθίσματος (στα γόνατα, σε θέση «σέισα»), επειδή συνηθίζω να παίζω καθιστός σε καρέκλα… Όμως οι φορές που παίζω καθισμένος σε θέση «σέισα», όπως κατά τη διάρκεια του μαθήματος, έδειξε ποιοτικότερη αναπνοή και μεγαλύτερη γαλήνη και σωματική αντίληψη.
Όλα αυτά τα στοιχεία είναι πράγματι αρκετά για να μπορούν να καθηλώσουν το νου και να τον ωθήσουν σε μια διαδικασία βαθύ διαλογισμού, εκεί δηλαδή όπου βρίσκονται και οι ρίζες του οργάνου και της μουσικής του, αφού το σακουχάτσι υπήρξε πρώτα βασικό εργαλείο διαλογισμού από τους μοναχούς του ζεν στην Ιαπωνία και έπειτα για πολλούς λόγους αναπτύχθηκε ως μουσικό όργανο με εξειδικευμένο ρεπερτόριο. Μέσα σε αυτό το τοπίο της γαλήνης του να μην κάνει κανείς τίποτα/να μην σκέφτεται τίποτα και απλά να υπάρχει, το σώμα, μπαίνοντας σε μια κατάσταση πειθαρχίας και κάνοντας ήσυχα μόνο το ελάχιστο, το απαραίτητο, ακολουθεί το πνεύμα σε μια ζωντανή και cozy διαδικασία αυτογνωσίας δημιουργώντας όμορφους, γλυκούς, βαθείς, σκοτεινούς, εύθραυστους, παραμορφωμένους, γεμάτους και ασθενείς ήχους.
カメ
08.04.2020
Music of Gestures
When I started listening to the music for shakuhachi back in 2016 and started practicing it with the trumpet, I didn’t expect for a moment seriously that after three years I would start learning it and that, actually soon, it would absorb me for some hours in a daily basis. With the arrival of Covid-19 this became a reality.
I found an activity, which in the free time of the isolation fits me perfectly. Having naturally a general difficulty to focus and dedicate to just one thing at a time, putting the shakuhachi on my lips, focusing on my breath and following the calligraphy of the traditional Japanese partiture for some hours, I found during the activity a feeling of qualitative and quantitative thoroughness in the level of attention, while afterwards I started feeling euphoric and deeply satisfied.
The whole process is like following a little ritual, of which the repetition strengthens the sense that this is a comfortable, relaxed and warm process – what we call “cozy”-, even if it frequently demands a big effort to interpret even the simplest possible of a virtuosic phrase.
Starting with a short warm up in the two octaves of the instrument (Ro-Re-Ri-Ro-Re-Hi-Go no hi and back downwards) with their usual “appoggiatura”- origin tone. This gives immediately a first feeling of the placement of hands and lips, depended upon a feeling of the breath and the way of blowing.
After warming up comes the practice of the piece. During playing, my western-beginner’s mind sinks into to challenges, which remain every time challenging: the focus on the breath and the focus on the score.
The focus on breathing is firmly connected to the phrases. Up to now, I experienced my most enjoyable playing while not caring about the musicality of the piece, but focusing on deep inhalations and as slow-and-effortless as possible exhalations. When I achieve this, it gives me the possibility to not sacrifice too much air on playing a phrase as much elaborated as I know it, or as I can imagine it, or even as much elaborated as I managed to play it once. On the contrary, what I enjoy most while I achieve this level of concentration on my breathing, is those little acrobatics on the phrases, the same way the acrobat takes his time to prepare for a movement on the rope, so do I hear this stand-by, this quiet preparation and this fragile balance of an ornament with the feeling of a floating on the wind ray which connects me with the instrument and therefore with the sound.
On the other hand is the focus on the score. The traditional graphic representation of this music and the observation of it during the interpretation seems like a sum of gestures of the fingers and of the face. The fragility of the tone of the shakuhachi (deeply connected to the difficulty to produce sound) eventually becomes a tool of concentration, where the fingers, the hands, the lips, the chin and the torso serve this acrobatics: even the wrong pressure of the fingers on the holes can betray you, except if the samurai inside you take the chance to keep the acrobat unharmed on the rope and go on unperturbed until the last sound. Additionally, the structure of the piece and of the phrases with their variations and their repeatability, strengthen the strong focus on the moment and there is not much interest in arriving to an end.
I leave out of this self-observation the special importance of the traditional sitting position (sitting on the knees and on the heels, the “seiza” position) because I usually sit on the chair… But for the times I play in “seiza”, for instance during the lessons, I experience a better breathing, as well as a better inner piece and body awareness.
All these elements are indeed enough to be able to grip the mind and to incite a deeply meditative procedure, where the origins of the instrument and its music are, since shakuhachi was at first a basic tool for meditation and afterwards for different reasons was developed as a musical instrument with its own specific repertoire. Into this scenery of serenity, where doing nothing/thinking of nothing but just exist, the body enters a state of discipline and, by doing discretely just the minimum, the necessary, it follows the mind in an alive and cozy self-awareness procedure by creating beautiful, sweet, deep, dark, fragile, distorted, weak and intensive sounds.
カメ
08.04.2020
One thought